Ο Charles Delporte γεννήθηκε στη Marcinelle το 1928. Το γενεαλογικό του δέντρο είναι γεμάτο από διάσημες προσωπικότητες του Βελγίου, όπως τον αδερφό του και ποιητή Jacques Viesvil, τον αδερφό του και τραγουδιστή-τραγουδοποιό Paul Louka, καθώς και τον ξάδερφό του και εικονογράφο Yvan Delporte, ο οποίος ήταν περισσότερο γνωστός για το σχέδιό του για κόμικς.
Καλλιτεχνικά, ο Delporte συγκαταλέγεται στους τελευταίους Βέλγους εκπροσώπους του φανταστικού υπερρεαλισμού. Δάσκαλος με εκπαίδευση (δίδαξε στην Ecole Normale de Morlanwelz), ο Delporte —αφού παρακολούθησε το εργαστήριο ενός από τους πιο αξιόλογους γλύπτες της χώρας, του Victor Rousseau— αποφάσισε να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στην τέχνη. Αρχικά, ξεκίνησε με τη γλυπτική το 1947, μα γρήγορα παρέδωσε τη σκυτάλη στη ζωγραφική, για την οποία έτρεφε το ίδιο πάθος. Ο κριτικός τέχνης Jean Pigeon ήταν ο πρώτος που πίστεψε στο ταλέντο του Delport και τον αποθέωσε στην εφημερίδα του Le Rappel το 1952.
Με αυτογνωσία σχετικά με την πρακτική και την πορεία του, ο Delporte χώρισε το ίδιο του το έργο σε τρεις διαφορετικές φάσεις: τη γενετική (περίοδο κατά την οποία προτιμούσε τα ωοειδή εμβρυϊκά σχήματα), τη γεωφυσική (περίοδο εμπνευσμένη από την επιστήμη και τα μαθηματικά) και την πυρηνική (περίοδο εμπνευσμένη από τις κινήσεις των ηλεκτρονίων). Μερικοί ιστορικοί τέχνης εντοπίζουν και μια τέταρτη περίοδο, την οποία την αποκαλούν «Rimbeaud» —χαρακτηρίζεται από τη ζωγραφική με τα χέρια— και εμφανίζεται λίγο μετά τον θάνατο του πατέρα του Delporte. Ο φιλόδοξος Delporte προωθούσε αδιάκοπα το έργο του, ασκώντας πίεση για μνημειακά δημόσια έργα, παρότι η τέχνη του αποτελούσε αντικείμενο αντιπαραθέσεων και ενίοτε καταστρεφόταν.
Τα περισσότερα μνημειακά του γλυπτά (Chantre de la Liberté —πιο γνωστό ως Trois Coqs— και Regard de Lumière) βρήκαν τη θέση τους στη γενέτειρά του, το Charleroi, καθώς και στις γύρω περιοχές.
Ορισμένα πράγματα που αξίζει να αναφέρουμε για τον Delporte είναι μια προσωρινή μουσειακή εγκατάσταση προς τιμήν του στο Damme από το 1990 έως το 2013, καθώς και το ότι ήταν υποψήφιος για να χριστεί Ιππότης του Τάγματος του Αγίου Σιλβέστρου από τον Πάπα Ιωάννη-Παύλο Β΄. Είχε ήδη γίνει δεκτός στο Βατικανό, από τον Πάπα Παύλο Δ΄ λόγω του πίνακά του Le Suaire, ο οποίος εκτίθεται μέχρι και σήμερα εκεί.
Εκτός της παραγωγής έργων πλαστικής τέχνης, ο Delporte ηχογράφησε, επίσης, αρκετούς δίσκους οι οποίοι τροφοδοτούνταν από την ποίησή του: Ballade du souvenir, Hommage à Picasso (1985), Delporte chante Verlaine (1986) και Au cœur de Charleroi (2005).
Ο Delporte απεβίωσε το 2012.