Η Jasmina Cibic γεννήθηκε το 1979 στη Λιουμπλιάνα. Το έργο της Jasmina Cibic περιστρέφεται γύρω από την υλοποίηση της «ήπιας δύναμης» και συγκεκριμένα την πολιτική χρήση της τέχνης και της αρχιτεκτονικής ως μέσου επικοινωνίας ιδεών, αξιών και αφηγήσεων. Ανέπτυξε αυτήν την ικανότητα για την κριτική αξιοποίηση και ανατροπή αφηγηματικών εργαλείων και εικονογραφίας ως φοιτήτρια, πρώτα στην Ακαδημία Καλών Τεχνών (Accademia Di Belle Arti) της Βενετίας (2003) και αργότερα στο πανεπιστήμιο Goldsmiths στο Λονδίνο (2004-2006), όπου γνώρισε τον σύντροφό της, τον φωτογράφο Pete Moss. Παράλληλα με τις σπουδές της, ίδρυσε τη γυναικεία κολεκτίβα Passaporta, με ενεργή δράση στη Λιουμπλιάνα, στο Λονδίνο, στη Γρενάδα και στη Βενετία. Η έδρα της επί του παρόντος βρίσκεται μεταξύ Λονδίνου και Λιουμπλιάνας.
Η Cibic συσσωρεύει, αναλύει, ταξινομεί και, στη συνέχεια, αντικαθιστά τις πολιτιστικές παραγωγές μέσω μιας πληθώρας συχνά συνδυασμένων μέσων. Ως έμπρακτη υποστηρίκτρια της «ολικής τέχνης», ο κινηματογράφος, η γλυπτική, το θέατρο και η καλλιτεχνική εγκατάσταση είναι όλα αυτά που φέρνουν εις πέρας την αποστολή της. Τοποθετώντας σε επίπεδα και υπερθέτοντας σύμβολα και ιστορίες, παραποιεί αφηγήσεις, αλλάζει νοήματα και —όπως λέει η ίδια— αποκωδικοποιεί «τους μηχανισμούς της εξουσίας, ενώ χτίζει τις δικές της αλληγορικές δομές». Η μετα-κριτική μεθοδολογία της, καθώς ξηλώνει το σκηνικό του παρελθόντος, μας διαφωτίζει και μας προειδοποιεί για τα αλληλένδετα σκηνικά και τα δίκτυα που διαμορφώνονται αυτήν τη στιγμή, ενθαρρύνοντας μια αναλυτική ματιά και μια συνεχή υγιή προοπτική για την ιστορία καθώς αυτή προχωρά.
Η Γιουγκοσλαβία είναι ένα θέμα που η Cibic χρησιμοποιεί με μεγάλη ευχαρίστηση. Τη χρησιμοποιεί ως παράδειγμα μιας ιστορίας που μας προειδοποιεί και ενός εδάφους που αποτελεί χώρο πειραματισμών. Με τη χρήση αρχείων και αναπαραστάσεων, η Cibic αποδόμησε την πολιτιστική ταυτότητα και το αφήγημα του ανύπαρκτου πλέον έθνους, και πιο συγκεκριμένα την εκμετάλλευση ή την αδιαφορία του έθνους αυτού για τις γυναικείες μορφές και φωνές(μερικές φορές κυριολεκτικά, όπως για παράδειγμα σε μουσικές παραστάσεις). Αυτήν την έρευνα την έχει διεξαγάγει ως επί το πλείστον σε συνάρτηση με τις διάφορες παγκόσμιες εκθέσεις στις οποίες ήταν παρούσα η Γιουγκοσλαβία (με διαφορετικά ονόματα): Βαρκελώνη (1929), Παρίσι (1937), Βρυξέλλες (1958) και Μόντρεαλ (1967). Το Μόντρεαλ είναι το μέρος όπου η Cibic παρουσίασε πρόσφατα τα αποτελέσματα αυτής της καλλιτεχνικής της έρευνας.
Η συμμετοχή της Cibic στην 55η Μπιενάλε της Βενετίας το 2013 σηματοδότησε μια καμπή στην καριέρα της, καθώς της έδωσε τη δυνατότητα να παρουσιάσει το έργο της στην ευρύτερη καλλιτεχνική κοινότητα. Έκτοτε, έχει επιμεληθεί φιλόδοξες, επιδραστικές διεθνείς εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της Pleasure of Expense (2019). Εμπνεόμενη από την εκατονταετηρίδα από την ίδρυση της Κοινωνίας των Εθνών με φόντο την αβεβαιότητα που πυροδοτήθηκε από το Brexit, η Cibic παρουσίασε για άλλη μια φορά πολιτικές αφηγήσεις μέσω καλλιτεχνικών αναλύσεων. Παρουσίασε διάφορες ταινίες στο πλαίσιο παραστάσεων, όπως η The Gift: Act II (2019), που γυρίστηκε στο Μέγαρο των Εθνών της Γενεύης, η Spielraum: Tear Down and Rebuild (2015) και η ταινία State of Illusion (2018), όπου για ακόμη μια φορά το επίκεντρο ήταν η Γιουγκοσλαβία. Με όλα αυτά τα κινούμενα στοιχεία, η Cibic αμφισβητεί και ανατρέπει το ηγεμονικό πολιτιστικό θέαμα που προσφέρουν Κράτος και Έθνος.