Skip to main content

Markus LÜPERTZ


(1941)

Ο Markus Lüpertz γεννήθηκε το 1941 στο Reichenberg (το σημερινό Liberec της Τσεχίας). Φοίτησε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Krefeld υπό τον Laurens Goosens, ενώ πέρασε ένα εξάμηνο παρακολουθώντας μαθήματα στην Kunstakademie (Ακαδημία Καλών Τεχνών) του Ντίσελντορφ.

Το 1962 εγκαταστάθηκε στο Δυτικό Βερολίνο, όπου ίδρυσε την γκαλερί Großgörschen 35 μαζί με τους Bernd Koberling και Karl Horst Hödicke. Εκεί εξέλιξε την τέχνη του, ανέπτυξε το δίκτυο γνωριμιών του —συναναστρεφόμενος με καλλιτέχνες όπως οι Jörg Immendorff και Georg Baselitz, καθώς και με τον πρώην καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ—– και έχτισε τη φήμη του. Με το πέρασμα του χρόνου, ο Lüpertz έγινε γνωστός ως «ο πρίγκιπας των ζωγράφων» χάρη στις εξαιρετικά θεατρικές και θεαματικές δημόσιες εμφανίσεις του, την εγωκεντρική ρητορική του και τον πληθωρικό τρόπο ζωής του.

Από καλλιτεχνική άποψη, ο Lüpertz αντιτάχθηκε επίτηδες στις κύριες τάσεις της εποχής του, αγνοώντας τον ψυχρό πραγματισμό των μινιμαλιστικών και εννοιολογικών έργων και ασπάστηκε πλήρως τον νεο-εξπρεσιονισμό. Αυτό συνεπαγόταν ότι επιστράτευε την παραστατικότητα και απλά και ουσιώδη θέματα, τα οποία χρησιμοποιούσε με εξπρεσιονιστικό τρόπο. Ένας από τους πρώτους κύκλους έργων του με τίτλο «διθυραμβικοί πίνακες», τον οποίο εξέθεσε στην γκαλερί του το 1964, συχνά θεωρείται το σημείο εκκίνησης μιας αισθητικής την οποία κατέληξε να προασπίζεται και να ηγείται αυτής.

Στο διάστημα μεταξύ 1969 και 1977 ο καλλιτέχνης εξερεύνησε τις προοπτικές του μεγάλου σχήματος, σε μια σειρά έργων που περιλάμβανε σύμβολα, μοτίβα και αποσπάσματα από τη γερμανική ιστορία, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν κράνη, σημαίες και πολεμικά μνημεία, τα οποία κατείχαν βασικό ρόλο και ήταν καίριας σημασίας. Την ίδια περίοδο (1976), ο καλλιτέχνης διορίστηκε καθηγητής στη Staatliche Akademie der Bildenden Künste (Ακαδημία Καλών Τεχνών) της Καρλσρούης.

Μετά τον εμπνευσμένο από την ιστορία κύκλο έργων του, ο Lüpertz ανέπτυξε το «μεγαλοπρεπές ύφος» του, με το οποίο φλέρταρε εκ νέου με ένα είδος αφαίρεσης που είχε γεννηθεί σχεδόν 30 χρόνια πριν. Η ικανότητά του να ρίχνει ματιές προς τα πίσω εκτεινόταν στον χρόνο, στον χώρο και στην ιστορία (της τέχνης), καθώς φιλοτέχνησε πορτρέτα καλλιτεχνών όπως οι Poussin και Corot.

Το 1977 διοργανώθηκε η πρώτη ρετροσπεκτίβα του έργου του στο Kunsthalle του Αμβούργου. Οι θετικές αντιδράσεις και η δημοσιότητα που έλαβε του άνοιξαν τον δρόμο για διαδοχικές εκθέσεις σε ιδρύματα με κύρος, όπως αυτό της Βέρνης, το Stedelijk Museum του Άμστερνταμ και το Van Abbemuseum του Eindhoven.

Το 1986 έγινε καθηγητής στην Kunstakademie (Ακαδημία Καλών Τεχνών) του Ντίσελντορφ, και δύο χρόνια αργότερα έγινε διευθυντής της σχολής.

Στις πιο αξιοπρόσεκτες ρετροσπεκτίβες του έργου του περιλαμβάνονται οι εξής: Kunsthalle, Αμβούργο (1977)· Museo Nacional, Centro de Arte Reina Sofía, Μαδρίτη (1991)· Musée d’art moderne de la ville de Paris (2015).
Ο Lüpertz έχει τιμηθεί με τα ακόλουθα βραβεία: το βραβείο Villa Romana (1970)· το βραβείο του Συνδέσμου Γερμανών Κριτικών (1971)· το βραβείο Lovis Corinth (1990)· και το τέταρτο βραβείο Julio González (2004). Στον Lüpertz απονεμήθηκε τιμητικός διδακτορικός τίτλος από την Ακαδημία Καλών Τεχνών του Breslau (2006).

Ο Lüpertz ζει και εργάζεται στο Βερολίνο, στην Καρλσρούη, στο Ντίσελντορφ και στη Φλωρεντία, όπου ζωγραφίζει, γράφει ποίηση και παίζει περιστασιακά πιάνο σε τζαζ μπάντες.

Από τον ίδιο καλλιτέχνη

Εξερευνήστε τη συλλογή

ανά γεωγραφική προέλευση

Καλλιτέχνης